29 Μαΐ 2010

Φωτιές

Κανείς δεν ξέρει τις φωτιές,
κανείς δεν ξέρει.
Τις άσβηστες φωτιές που καίνε μέσα μας.
Τις άσβηστες αγάπης μνήμες.
Τις άγουρες εκρήξεις των ματιών, τα φλογισμένα χείλη και
τα υψωμένα νικητήρια χέρια.

Κανείς δεν ξέρει τις πηγές,
κανείς.
Αστείρευτες πηγές της δύναμής μας,
ολόδροσα νερά νέας ζωής.
Ολόδροσα νερά, της μιας ζωής
που μας χαρίστηκε να ζήσουμε.
Δίχως αντάλλαγμα, όπως εμείς ορίσουμε, εμείς.

Κανείς δεν ξέρει τις κραυγές
κανείς δεν ξέρει τις κραυγές μας πως θα ακούσει.
Κραυγές και γέλια
κι ουρανός καθάριος
που μέσα στις πιο λευκές στιγμές
με τα δικά μας χρώματα θα βάψουμε,
τα άπληστα μάτια μας να ξεδιψάσουν στο όνειρο
που εμείς θα ζωγραφίσουμε.


Γυρνάω.
Γυρνάω και μαζί μου οι φίλοι μου.
Τρέμετε εχθροί μου. ΤΡΕΜΕΤΕ.
Κάθε στιγμή μου είναι ακριβή και θα την στίψω
και θα γευτώ τη γεύση της
γιατί η μάνα μου με διατάζει με τη ζωή που μου 'δωσε.
Γιατί ο πατέρας μου μού άνοιξε το δρόμο
με το αίμα του και τα δάκρυα που δε χυθήκανε ποτές σε κοινή θέα.
Γιατί τα αδέλφια μου, όλοι εσείς που βλέπουμε τον ίδιο ήλιο,
ή ονειρευόμαστε πατώντας στα ίδια χώματα
ή κλαίμε για τους ίδιους πόνους,
ή τραγουδάμε τις ίδιες προσευχές,
μου δίνουν λόγο,
μου δίνουν αιτία κι αφορμή,
μου δίνουν αύριο.

Γυρνάω.
Και θα χτυπήσω ό,τι κακό γεννάω
με καλό.
Και θα καλύψω με το σώμα και το πνεύμα μου,
βρώμικες ασπίδες πάνω σ' άσπιλο κορμί,
ό,τι ιερό στα μάτια μου:
το φως,
την ευτυχία,
την αγάπη.
Και θα φυσήξω όποια σύννεφα κι αν βγουν,
πάνω από πέλαγα και λόφους και κοιλάδες,
για να 'ναι του αύριο οι μανάδες
ολόλαμπρες μες σε γλαυκή ελπίδα.

Και θα συντρίψω
κάθε σάπιο χθες,
όχι με λήθη αλλά με σύνεση,
όχι με μίσος αλλά με αναγνώριση,
όχι σαν πλήθος αλλά σαν ένας.
Το δικό μου σάπιο χθες.
Το δικό μου σάπιο σήμερα.
Το δικό μου σάπιο αύριο.

Γυρνάω, και είναι τα χέρια μου γεμάτα υποσχέσεις
και τα πόδια μου γεμάτα δρόμους
και τα μάτια μου γεμάτα από στιγμές που δεν έχουν φανεί.
Γυρνάω και δε γέρασα ούτε μέρα.
Κάθε στιγμή είναι νερό στης ζωής μου την πηγή
και, σαν τρελός, πιότερο θέλω κάθε μέρα
από την κρήνη αυτή να πίνω.

Δεν τους τα δίνω, δεν τους τα δίνω τα όπλα μου.
Γιατί δεν είμαι μόνος.
Γιατί δε ζω στο αύριο, δε ζω στο χτες.
Γιατί δε ζω στο αύριο που μου ζωγραφίζουνε,
γιατί δε ζω στο χτες που μου κληρονομήθηκε.

Χτίστης, ζωγράφος και αθλητής,
τραγουδιστής και αλήτης,
όλα θα είμαι κάθε στιγμή
για να χτίζω με τους φίλους μου,
να ζωγραφίζω με τα παιδιά μου,
να αγωνίζομαι με τους αγαπημένους μου,
να τραγουδάω με τους πονεμένους
και να αλητεύω με αυτούς που λένε πατρίδα όλη τη γή.

Γυρνάω.
Και δε θα με νικήσουνε,
γιατί δεν είμαι ένας.
Είμαι ένα σώμα από μύρια σώματα,
ένα πνεύμα από μύρια πνεύματα
και μια ψυχή ανίκητη πάνω και πέρα από βουνά και ραγισμένες πόλεις.
Και είμαι ένα όνειρο, στο σταυροδρόμι των ονείρων.
Και δε νικιέμαι.

23 Μαΐ 2010

Ανθίζοντας

Κάθε χρόνο οι αισθήσεις μας γίνονται προνομιούχοι μάρτυρες της αέναης αλλαγής: εποχές. Στα πλαίσια της φυσικής τάσης για ποικιλία, που τόσο στενόμυαλα και μικρόψυχα τείνουμε να ξεχνάμε, η εναλλαγή αυτή των μορφών και λειτουργιών της φύσης, από την αναγέννηση στο μαρασμό, παραλληλίζεται όμορφα με τις ζωές μας.

Και τώρα είναι άνοιξη. Άνοιξη είναι η ευκαιρία της άνθισης, της προετοιμασίας για τη γέννηση καρπών. Ψάχνοντας αυτήν ακριβώς την άνοιξη, πριν από ένα χρόνο χρειάστηκε να φύγω από το δικό μου προσωπικό χειμώνα στα πάτρια εδάφη.

Σε έναν ξένο κόσμο γνώρισα ένα κομμάτι μου που άνθισε και ευδοκίμησε, απλώς γιατί του το επέτρεψαν οι συνθήκες. Είχα την τύχη να μιλήσω με ανθρώπους που κάνουν με αγάπη και ευσυνειδησία τη δουλειά τους. Και πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι συμπατριώτες μου. Είχα την τύχη να επιβλέπομαι από ανθρώπους χωρίς υπεροψία, που αναγνωρίζουν και ανταμοίβουν την προσπάθεια. Είδα την ιεραρχία να εξυπηρετεί το σκοπό της οργάνωσης και όχι της επιβολής. Είδα ανθρώπους επικεφαλής με όραμα και σύστημα, με ίδια συμμετοχή στην προσπάθεια για ένα στόχο.

Και σε τέτοιες συνθήκες αξίζει κάθε άνθρωπος να ανθίσει.

Με όλα αυτά τα καλά, συνειδητοποίησα ότι ένα άλλο κομμάτι μου έσβηνε αργά. Ήταν ένα κομμάτι που ήταν διαρκώς εν ζωή όταν ήμουν κοντά στους ανθρώπους που αγαπούσα. Είναι η διάθεση της συναναστροφής, η ζεστασιά της οικειότητας, η δυνατότητα της ξεγνοιασιάς δίπλα σε ανθρώπους που σε νοιάζονται και σε ενδυναμώνουν με την παρουσία τους. Και η ανάμνηση αυτών ακριβώς των πραγμάτων ήταν το δεκανίκι μου τις ώρες της μοναξιάς σε έναν τόπο που οι άνθρωποι, με όλα τα καλά και τα κακά τους, δεν είναι οι δικοί μου άνθρωποι. Και έτσι, στο μικρόκοσμο που έφτιαξα και έζησα εδώ, όσο οι ικανότητες άνθιζαν, τόσο η καρδιά μου έκλαιγε για τη ζεστασιά των αγαπημένων.

Και σε τέτοιες συνθήκες δεν ανθίζει άνθρωπος σωστά.

Κάθε διάθεση για να δώσεις καρπούς, να ζήσεις και να προσφέρεις, να πολεμήσεις και να προστατέψεις, να ονειρευτείς και να πραγματοποιήσεις έχει δύο βασικές προϋποθέσεις:
- να έχεις λόγο να πράξεις.
- να έχεις τρόπο να πράξεις.

Νιώθω ότι είναι η ώρα να χτίσουμε με τα χέρια μας, εμείς οι ίδιοι, τώρα, χωρίς δικαιολογίες και υπεκφυγές, χωρίς υποχώρηση στα ψέματα που μας ταλανίζουν, χωρίς μεσσίες και μεσάζοντες, χωρίς να περιμένουμε άλλη ανταπόδοση και χωρίς να χάσουμε χρόνο, έναν κόσμο που θα ανθίζει κάθε άνθρωπος σωστά.

Οι λόγοι είναι πολλοί. Είναι η ώρα να ζήσουμε ευτυχισμένοι. Είναι η ώρα να δείξουμε στα παιδιά μας την ελπίδα και να τους επιτρέψουμε να τη ζήσουν. Είναι η ώρα να σεβαστούμε τον εαυτό μας. Είναι η ώρα να ανταμοίψουμε τους προηγούμενους για τους αγώνες τους και να απολαύσουμε με σεβασμό αυτά που κέρδισαν για εμάς. Είναι η ώρα να νιώσουμε ότι η ζωή μας έχει αξία.

Οι τρόποι είναι πολλοί. Μπορούμε να είμαστε ειλικρινείς. Να δεχόμαστε τα λάθη μας και να ζητάμε βοήθεια για να τα διορθώσουμε. Να βοηθάμε χωρίς να περιμένουμε ανταπόδοση. Να μην προσπαθούμε να επιβάλουμε  τις δικές μας επιλογές ως αδιαμφισβήτητη αλήθεια. Να μην βάζουμε τη φήμη πάνω από τη συζήτηση και την επιχειρηματολογία. Να λέμε πρώτα το καλό για το διπλανό μας. Να υποδεικνύουμε ότι θεωρούμε λάθος σε αυτόν που το κάνει, με συναίσθηση του ότι, συχνά, είμαστε κι εμείς υπαίτιοι για τα λάθη αυτά. Να ζούμε με την αξιοπρέπεια αυτού που ζητά να κάνει το μερτικό του για να πάει μπροστά ο Άνθρωπος, ως ένα, αναπόσπαστο και αδιαίρετο σύνολο.

Έχοντας το λόγο και τον τρόπο, μόνο ένα λείπει για να ανθίσει κανείς:
Η πράξη.