15 Αυγ 2012

"Στα ηλιοσκαλοπάτια"

Ακούγοντας κάποιες από αυτές τις μουσικές που κάνουν τα φτερά μας να σκιρτούν, ένιωσα την ανάγκη να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις για το πώς από "τα ηλιοσκαλοπάτια" βρέθηκα εδώ που βρίσκομαι, 15 Αυγούστου 2012, να προσπαθώ να περισώσω ό,τι έχει μείνει από την ψυχή μου, περαστικός από μία Αθήνα φάντασμα.

Σε αυτό το ιστολόγιο τα λόγια επιδιώκω να είναι λόγια ενθάρρυνσης, ή συμβουλής. Σήμερα θα είναι λόγια διαπίστωσης.

Γεννήθηκε ο άνθρωπος στα χώματα και στα δέντρα, ως ένας υπέροχος ανάμεσα σε πολλά υπέροχα, μοναδικός και σημαδεμένος. Σημαδεμένος με ψυχή και πνεύμα και λόγο και βούληση και ελπίδα, και όλα αυτά τα υπέροχα υπάρχοντα, που κουβαλάει μαχόμενος και μαινόμενος στη διάρκεια της σύντομης ζωής του. Και αναζήτησε τροφή και στέγη. Και αναζήτησε συντρόφους για να μη ζει μόνος. Και γίνηκαν ομάδες και οικισμοί πόλεις για να συνυπάρξει ο άνθρωπος και γεννήθηκε η κοινότητα και η πολιτεία. Και μέσα σε όλα αυτά, γέννησε το πνεύμα και ο λόγος τους φιλοσόφους, που αναζήτησαν τις αλήθειες, τις λογικές και τις εξηγήσεις. Και παράλληλα η αναζήτηση ή η αποκάλυψη γέννησε τις θρησκείες που μίλησαν με την πίστη για τις αιτίες της αλήθειας και τους δρόμους της ζωής με νόημα. Και η φιλοσοφία γέννησε την επιστήμη, την έρευνα και την πρόοδο, και η ηθική - γέννημα της ψυχής, του πνεύματος και του λόγου - καλείται να φυλάει τα όρια της ανθρωπιάς από τη δίψα της ανεξέλεγκτης προόδου.

Και σήμερα τι ζω;

Όταν έχασα τη γη μου και έγινε εμπόρευμα και μου λείψανε οι ρίζες, τα φύλλα και οι καρποί, αντί για να διεκδικήσω τη γη μου, έφερα λίγο χώμα να χωρέσω τη ζωή μέσα σε γλάστρες. Και επειδή δεν μπορείς να μεγαλώσεις λουλούδια και καρπούς μέσα σε ένα δράμι γης, εφηύρα όλες αυτές τις συσκευές που ξεγελούν τη ζωή, για να ξεχνιέται και να χωράει στο δράμι μου. Και εκπλήσσομαι που η ζωή βλασταίνει αλλιώτικα, βιασμένα και φθαρμένα.

Όταν μου λείψαν τα ζώα και τα πουλιά, και τα ψάρια, τα έβαλα σε κλουβιά να μου κρατούν συντροφιά μέσα στην απανθρωπιά μου. Και τους έβαλα καναβούρι για να κελαηδούν, για να ξεγελάσω το κελάηδημα και να χωράει στο κλουβί μου.

Και ο ήλιος γίνηκε εχθρός, γιατί σκέπασα το χώμα με τόση άσφαλτο που έγινε ο δρόμος μου πυροστιά, και τι σπίτι κλίβανος. Και η βροχή έγινε χείμαρος, γιατί έκλεισα τις διόδους της και γελάστηκα ότι θα την τιθασεύσω, χωρίς αγάπη και προσοχή, αλλά μόνο με αυτήν την αδηφάγα πανουργία μου. Και έφτιαξα τα κλιματιστικά, για να μπορέσω να ζήσω στην πνιγμένη, αδιέξοδη, προσωπική μου φυλακή. Και βρώμισα τη θάλασσα, έφτιαξα μικρά κουτιά με νερό, για να καθαρίσω με χημικά το νερό στο δικό μου μικρό, προσωπικό κουτί, που το είπα "πισίνα".

Όταν έφτιαξα πλούτο χωρίς αυταξία, έρμαιο των οικονομικών συστημάτων που ορίσανε την αξία της ζωής ως μετρήσιμη και τους ανθρώπους ως ποσοστά, έτρεξα να αρπάξω αυτόν τον νέο πλούτο. Και γίνηκα πλούσιος και φοβήθηκα τους γύρω μου, και κλείστηκα πίσω από κλειδαριές και φράγματα. Και έκανα συνεργάτες τους αποδοτικούς, και όρισα μέτρα για τη δουλειά που αξιολογείται με αριθμούς και όχι με αγάπη και μεράκι.

Έκανα τη φιλοσοφία ενταγμένη και την επιστήμη σύστημα, γιατί η αναζήτηση δε βάζει όρια, η προσπάθεια δεν εκφράζεται αριθμητικά. Έκανα την ιδέα "πατέντα", για να μη τη μοιράζομαι. Έκανα τη δημιουργία και την έκφραση προϊόν εμπορικής αξιοποίησης και έβαλα το δικαίωμα στη μοιρασιά κάτω από νόμους διεστραμμένους και άνομους.
Ονόμασα το πνίξιμο της κοινής παράδοσης και δημιουργίας "ατομικό πνευματικό δικαίωμα", σκοτώνοντας ότι χιλιάδες χρόνια επιζούσε ως μοιραζόμενη, αειζώντανη, εξελισσόμενη, κοινή γνώση και προσφορά. Και ονόμασα "παγκοσμιοποίηση" το να είμαστε όλοι ίδιοι, άκοσμοι και άοσμοι, ομοιόμορφοι και άσχημοι, ανέραστοι και πεπερασμένοι.

Έκανα τη θρησκεία κανόνες γενικούς και αυστηρούς, και αντί για ζωή ενσυνείδητη και ελεύθερη, τη στοίβαξα μαζί με ό,τι μικρότητα, ανασφάλεια και υπεροψία είχα για να τη φέρω στα μέτρα μου. Για να μη χρειάζεται να κοιτάζω σε κάτι καλύτερο, για να μη χρειάζεται να αφήσω τη ζωή μου, ως ελεύθερη προσφορά, στο Θεό που θα με κάνει να δω και να ζήσω παραπέρα.

Όταν το παιδί μου γεννήθηκε, κοίταξα να το χωρέσω στον κόσμο που εγώ ήξερα, μη και βγει από το κλουβί μου και φτιάξει δικό του κλουβί. Και του ονόμασα τα όνειρα αυταπάτες, τους στόχους ουτοπίες και το ρεαλισμό ιδεαλισμό. Και έβαλα τις γνώμες σε καλούπια και τους έδωσα ονόματα, για να μη χρειάζεται να ξεχωρίζω τους ανθρώπους ως μοναδικές, αδιαχώριστες, εκπληκτικές, αναντικατάστατες οντότητες. Την αλήθεια την έβαλα σε βιβλία και ιστοσελίδες, ως σταθερό, αδιατάρακτο προϊόν, και όχι ως αεικίνητο, ανεξάντλητο στόχο ζωής.

Την πολιτεία την έκανα κράτος και τον πολίτη ψηφοφόρο. Την κοινωνία, μάζα και τις γνώμες μετρήσιμες ποσότητες. Όλα σταθερά, κωδικοποιημένα, μετρήσιμα, διαχειρίσιμα, μεταχειρίσιμα και παραποιήσιμα.

Κάθε κουτί που περικλείει τη σκέψη ή τη ζωή, κάθε τι πεπερασμένο, κάθε ομοιομορφία, κάθε υποχώρηση από την ενότητα, την ποικιλομορφία, τη διαφορετικότητα, κάθε αποδοχή της κατεστημένης κατάστασης ως μόνης δυνατής μπορεί να είναι ένας θάνατος.

Κάθε σκέψη που δεν έχει ως απώτερο στόχο το πιο όμορφο, αγαπημένο, ευτυχισμένο αύριο, κινδυνεύει να είναι φτωχή και καταδικασμένη. Κάθε απλούστευση, γενίκευση, κάθε στερεότυπο και προκατάληψη μπορεί να είναι ένας τοίχος που να μας εμποδίζει να πάμε παραπέρα. 

Κάθε αριθμός είναι ένας ακριβοδίκαιος, αλλά και επικίνδυνος σύμβουλος. Κάθε σύστημα ένα χρήσιμο, αλλά επικίνδυνο εργαλείο. Οι ρόλοι που παίρνουμε ή μας ανατίθενται μπορεί να είναι άστοχα προσωνύμια που προσπαθούν να περιγράψουν κατανοητά την πολύπλευρη, ρευστή φύση ενός ανθρώπου.

Κι εμένα μη με πιστεύετε: αλλά ακούστε με. Τα λόγια που μοιράζομαι είναι τα λόγια που μου ψιθυρίζει κάθε μέρα, ασθμαίνοντας, η άρρωστη ψυχή μου. Και δε θα αφήσω πάλι να έχει η ζωή μου "διακοπές", και ξεκούραση με αρχή και τέλος. Κάθε δική μου μέρα θα επιδιώξω να είναι ένας όμορφος, αειπάρθενος αγώνας, ένας χείμαρρος δημιουργικότητας και αγάπης, ένας δρόμος προς το φως. Και θα χρειάζομαι όλους όσουν με αγαπούν να με σηκώνουν τις άπειρες φορές που θα πέσω. 

Αλλά δεν ήρθα εδώ για πλάκα. Ήρθα να ζήσω, εκεί, στα ηλιοσκαλοπάτια, που με έμαθε η μάνα μου να ζω.