12 Οκτ 2019

Συμπόνια

Πολλά χρόνια τώρα το μυαλό μου παιδεύεται με μία σειρά ερωτήσεων που, άκομψα, γεννιούνται στο μυαλό μου εκεί που δεν τις περιμένεις. Κοινός παρανομαστής τους είναι η έντονη αίσθηση ότι κάτι πηγαίνει στραβά. Και δεν αναφέρομαι στην... πολυαγαπημένη, σταθερά καλλιεργούμενη - και εξίσου στρεβλή - αίσθηση της γενικής εθνικής αποτυχίας και του γεγονότος ότι "σε όλα είμαστε ουραγοί", τελευταίοι. Είναι αυτές οι στιγμές που σε μία τελετή αποφοίτησης υπάρχει η έπαρση, αλλά δεν εμφανίζεται η ταπείνωση, που σε ένα θρησκευτικό γάμο νιώθεις την απουσία της προσευχής, που σε ένα μάθημα που παραδίδεις δε νιώθεις την αναζήτηση της γνώσης, που σε ένα φιλί δε φωλιάζει ο έρωτας, που σε μία συζήτηση της παρέας αισθάνεσαι τα κοινά σημεία επαφής να λιγοστεύουν. Και πάνω από όλα είναι οι στιγμές που νιώθεις την ελπίδα και τη χαρά να θολώνουν, κρυμμένες πίσω από τις κουρτίνες του εγωκεντρισμού.

Άραγε σήμερα, που η πίστη στις θετικές επιστήμες και την "αναμφίβολη και αναπότρεπτη, καλπάζουσα πρόοδο" εμφανίζεται ως η νέα ερμηνευτική επιλογή του κόσμου, ξεχνούμε κάτι; Σήμερα που η εμπιστοσύνη στην ιατρική και την τεχνολογία χτίζει - χάρτινους - πύργους που μας υπόσχονται ότι φτάνουν στο ακατόρθωτο, χάνουμε κάτι; Όλη αυτή η ανάπτυξη νέων μεθόδων για τη βελτίωση της προσωπικής υγείας, την αποφυγή σωματικών ασθενειών και τη φροντίδα του εαυτού, ανοίγουν νέες αδυναμίες ή, απλά, έφτασε η στιγμή που η ανθρωπότητα φτάνει στο απόγειό της μέσα από τη μέθοδο, την τεχνική και την πληροφορία;

Αυτές τις μέρες δίνεται μία μοναδική ευκαιρία, στη δική μας κοινωνία, λόγω της κοινωνικής εξέλιξης και της ελευθερίας του λόγου, τα ταμπού να σπάσουν. Μπορούμε να αποπειραθούμε να μην ενέχει η συζήτηση μεταξύ ανθρώπων φόβο και πάθος. Μπορούμε, μιας και η διαφορετικότητα (υπερ)προβάλλεται ως τρόπος θέασης του διπλανού, να ανοίξουμε τις πόρτες της ζωής μας στο φως του διπλανού. Μένει όμως, άραγε, κάποια πόρτα ερμητικά κλειστή, κρύβοντας μέσα της μπαμπούλες από κάποια φρικιαστική ιστορία;

Ναι. Η πόρτα του πόνου και του θανάτου.

Σε μία κουλτούρα παντοδυναμίας της γνώσης, ο θάνατος έρχεται να συντρίψει τα δόντια της επιστήμης για έναν απλό λόγο: δεν μπορούμε να τον νικήσουμε μια καλή, αδιαμφισβήτητα και καθαρά. Σε μία οπτική όπου η τεχνική της ιατρικής και η γνώση της είναι υπερδυνάμεις ακατάβλητες, το στομάχι μας δεν αντέχει που δεν έχουμε καταφέρει να σώσουμε τους πατεράδες και τις μητέρες μας, τους αδελφούς και τους φίλους μας, και  τα παιδιά μας, από τη μάστιγα των ασθενειών και της θνητότητας. Και όλο ακούμε υποσχέσεις, και όλο πιστεύουμε τις υποσχέσεις, και όλο αρνούμαστε τη θνητότητα, όλο απωθούμε ακόμη και τη σκέψη του πόνου.

Και ο πόνος, που τον στοχοποιούμε αναντίρρητα με παυσίπονα σε σημείο αναισθησίας, δε νικιέται ποτέ τόσο ώστε να συντριβεί και να πάψει να υπάρχει. Όταν πάσχει και πονά το μυαλό και η ψυχή, νιώθουμε ανήμποροι να κατανοήσουμε τις βαθύτερες αιτίες, να περιγράψουμε τον πόνο σε όλο το πλάτος και το βάθος του. Και στο σώμα κάθε πόνος φαίνεται να είναι μοναδικός, προσωπικός και συχνά πολυδιάστατος. Επίσης, ενώ αναπτύσσουμε μεθόδους και προσεγγίσεις, θεωρίες και πρακτικές, συστηματοποιήσεις και αφαιρέσεις για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, η κοινωνία φαίνεται να πάσχει όλο και περισσότερο από βαθύ, ακόρεστο, υπαρξιακό πόνο.

Η δική μου πορεία ζωής με έμαθε ένα πολύ σημαντικό μάθημα. Ο πόνος είναι το αμόνι της ψυχής και του σώματος. Σε αυτό σφυρηλατούμαστε για να γίνουμε πιο ανθεκτικοί, χωρίς να χάνουμε την ελαστικότητά μας. Δεν είναι αυτοσκοπός ο πόνος, αλλά είναι και δώρο. Όπως δώρο είναι και η αποτυχία, η εξάντληση, η ήττα. Και, ποιος θα το έλεγε, ο θάνατος.

Ένας φίλος εύστοχα έλεγε "έμαθα τη ζωή μέσα στα νοσοκομεία". Δεν εννοούσε φυσικά ότι δεν είχε ζωή πριν ή μετά. Αλλά στο νοσοκομείο μαθαίνεις τη συμπόνια. Τη βλέπεις και τη γεύεσαι, τη μοιράζεσαι και την καλλιεργείς. Η συμπόνια ενέχει την ταύτιση, το σπάσιμο του εαυτού, την κατανόηση και την εγγύτητα. Η συμπόνια είναι φάρμακο της ψυχής. Της ψυχής του συμπονούντα και του συμπονούμενου μαζί.

Όλες τις φορές που χρειάστηκε να βρεθώ σε νοσοκομείο, γνώρισα τη γλυκύτητα - και τις δυσκολίες και τις εκρήξεις - των φαινομενικά αγνώστων γειτόνων. Αναγνωρίζεις μία σύμπνοια παράδοξη, μία αλληλοπροστασία ιδιαίτερη, πάντα μέσα από το προσωπικό πρίσμα του καθενός. Με τους ανθρώπους αυτούς, όσο περαστικοί και αν είναι, συμπορεύεσαι και μοιράζεσαι με τρόπο αδιαμφισβήτητο. Σε μαθαίνουν στα δύσκολα, σε γνωρίζουν χωρίς το προπέτασμα της αξιοπρέπειας, συχνά στις πιο εξευτελιστικές στιγμές σου. Κι όμως, αυτή η συνύπαρξη αυτή μπορεί να κυοφορήσει την πιο ανθρώπινη, ειλικρινή επαφή, χωρίς προσμονή για συνέχεια.

Με τους περισσότερους από τους φίλους μου μάς δένουν γλυκά οι στιγμές της χαράς, αλλά μας θεμελιώνουν στέρεα οι κοινές στιγμές της θλίψης. Εκεί που είσαι δίπλα στην αποτυχία στις εξετάσεις, στην απόλυση από τη δουλειά, στην απώλεια του γονιού, στη σκληρή χυλόπιττα, στην εξαπάτηση, στην εξάντληση, στο δικαστήριο, στη μοναξιά.

Τα χρόνια που έζησα μου ψιθυρίζουν ότι ο άνθρωπος πλάστηκε από ζύμη που περιείχε ανάμικτα πόνο και έρωτα.

Ο πόνος είναι η άγκυρά σου στη γη. Γερά στεριωμένος και μπλεγμένος στα γήινα σαν κισσός, σου θυμίζει την κοινή καταγωγή, την κοινή μοίρα. Αν τον ποτίζεις, με την αγόγγυστη υπομονή, ανθίζει σε κατανόηση, σε σοφία, σε αντοχή, σε περιχώρηση, σε συγχώρεση, σε ορθή αξιολόγηση, σε αγάπη χωρίς προσδοκίες. Και αυτή η αγάπη, ευωδιάζει σε όλους γύρω σου.

Ο έρωτας είναι η άγκυρα προς τον ουρανό. Δεμένος με πάθος σε ότι σου λείπει, αν και το νιώθεις αναμφίβολα δικό σου. Αν τον ποτίζεις, με την ειλικρινή ανιδιοτελή αυτοπροσφορά, ανθίζει σε  βαθιά χαρά, ανενδοίαστη προσμονή, ζωοποιό κίνηση. Σου θυμίζει τι θέλεις να είσαι, πώς θέλεις να ζεις, σου εμπνέει όνειρα, σε οδηγεί σε καλούς αγώνες και ενάρετες μάχες. Και αυτές οι μάχες, εμπνέουν όλους γύρω σου.

Το ένα χωρίς το άλλο, μπορεί να είναι καταστροφικό. Ο πόνος χωρίς έρωτα μπορεί να σε τυφλώσει, να σε γονατίσει στη γη, να σε κάνει να χάσεις την πίστη σου. Να στερήσει το χρώμα από τη ζωή σου, να καταπνίξει τη διάθεση για ζωή. Ο έρωτας μπορεί να σε οδηγήσει σε ξόδεμα του εαυτού, στην αναζήτηση του ανέφικτου, σε έπαρση όπου θα θεωρήσεις ότι δικαιωματικά τα πάντα είναι δικά σου, που θα θελήσεις να επιβάλλεις τα όνειρά σου στους άλλους.

Σήμερα εστιάζουμε στον έρωτα, και μάλιστα στρεβλά, άχαρα, χωρίς βαθιά, ατόφια γλύκα. Τον επαίρουμε, τον υμνούμε, τον θέτουμε ως μόνη βάση ζωής, τον ζωγραφίζουμε στατικά, του ορίζουμε προδιαγραφές. Τον εκλογικεύουμε και τον πακετάρουμε σε τυποποιημένες συμπεριφορές, δράσεις και αντιδράσεις. Τον δηλητηριάζουμε σιγά-σιγά.

Και τον πόνο τον ωθούμε στο περιθώριο, τον κρύβουμε από την κοινή θέα, ή τον φιμώνουμε. Και αρρωσταίνει η ψυχή, γιατί ο πόνος υπάρχει και ζητά διέξοδο, αξιώνει μοιρασιά και γλύκα. Και αναζητούμε τις ρίζες του πόνου, για να τον ξεριζώσουμε, να μην υπάρχει πια. Δεν αναζητούμε ποτέ αξία στον πόνο, τον εξοβελίζουμε ως βδέλυγμα, τον πετάμε με τα αποφάγια και τα σκουπίδια. Τον ευτελίζουμε.

Συμπόνια είναι η ανάδειξη της αξίας του πόνου. Είναι η ποτίστρα της χαράς, ακόμη και σε στιγμές ασθένειας, κόπωσης, ήττας. Είναι η πλευρά της αγάπης που ρισκάρει να μοιράζεται τα δύσκολα για να τα μετουσιώσει σε όμορφα, σε γλυκά, σε άγια. Είναι η ελπίδα του να μείνεις άνθρωπος ατόφιος, λαμπερός και ευτυχισμένος. Ακόμη και υπό το άγρυπνο βλέμμα του θανάτου.

Πολλά χρόνια τώρα, το μυαλό μου αντιδρά στην ευχή "υγεία πάνω από όλα". Γιατί, τι θα κάνεις όταν κάποια στιγμή, στα σίγουρα, δεν έχεις την υγεία που ευχόσουν; Θα συντριβείς; Θα τρέμεις σαν το φύλλο; Θα αναζητάς απεγνωσμένα ίαση, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς υγεία; Και πώς τότε βλέπεις ανθρώπους με βαριές ασθένειες να ζουν ευτυχισμένες ζωές; Πώς βλέπεις ανθρώπους με αναπηρίες να είναι ευτυχισμένοι; Υποκρίνονται; Ή εσύ υποκρίνεσαι, όντας υγιής, ότι είσαι ευτυχισμένος εξ' αιτίας της υγείας σου;

Αν μπορούσα να άλλαζα την ευχή, θα το έκανα. Και θα ευχόμουν, κάθε φορά:
"Αγάπη". Αγάπη πάνω από όλα.