4 Δεκ 2016

Αγρύπνα: ο κόσμος καραδοκεί

Αυτός ο κόσμος δε χρειάζεται γροθιές ούτε μπράβους για να σε νικήσει. Δε χρειάζεται μαχαιριές και πυροβολισμούς, ούτε βόμβες και αεροπλάνα. Δεν έχει ανάγκη από δυνάμεις και υπερδυνάμεις, δεν θα χρειαστεί να γευτεί το αίμα σου και να σε ρίξει νεκρό στο δρόμο.

Αυτός ο κόσμος θα σε νικήσει με τη φθορά.

Κάθε μέρα θα προσθέτει λίγο σκοτάδι στη μέρα σου. Θα πικραίνει λίγο την καρδιά σου με μικρά πράγματα. Θα σε κάνει να θυμώνεις λίγο με τους ανθρώπους και την κατάσταση. Θα σε πείθει κάθε μέρα ότι η πίστη σου ίσως να είναι και λίγο ανώφελη. Ότι τα όνειρά σου ίσως να είναι και λίγο υπερβολικά. Ότι τα βήματά σου ίσως θα έπρεπε να είναι λίγο πιο σίγουρα. Θα σου ψιθυρίσει ότι ίσως θα έπρεπε να ήσουν λίγο πιο σκληρός, να προσέχεις λίγο περισσότερο τον εαυτό σου. Θα σου υποδείξει μικρά λάθη που κάνουν οι άλλοι και δε θα έπρεπε. Θα σου τονίσει τις μικρές ενοχλήσεις, τους μικρούς πόνους, τη λίγη κούραση. Θα βοηθήσει τα μάτια σου να εστιάσουν στη λεπτομέρεια, πείθοντάς σε ότι εκεί βρίσκεται η ουσία.

Και θα βρεθείς να έχεις σκοτάδι παντού. Η πίκρα θα πνίγει την καρδιά σου. Θα είσαι θυμωμένος με όλους και με όλα. Η πίστη σου θα έχει χαθεί. Δε θα έχεις πλέον όνειρα. Θα ψάχνεις τρόπους με αγωνία για να είσαι βέβαιος για την επόμενη στιγμή και, για να προστατευτείς από κινδύνους και ρίσκα, θα χάσεις την ηρεμία σου. Θα γίνεις σκληρός και αναίσθητος σαν πέτρα, με τη δικαιολογία ότι το κάνεις για να προστατευθείς και τα μάτια σου θα είναι στραμμένα μόνο προς τον εαυτό σου. Για τους άλλους θα βρίσκεις χίλια άσχημα να πεις και κανένα καλό. Θα νιώθεις ότι η ημέρα σου είναι ένας Γολγοθάς ενοχλήσεων, πόνου και εξάντλησης. Θα νιώθεις ότι μόνο εσύ βλέπεις την αλήθεια, και ότι τα πάντα πάσχουν στις λεπτομέρειες.

Αυτός ο κόσμος δε θα χρειαστεί να σε πείσει για νέα πράγματα. Δε θα χρειαστεί να δημιουργήσει κακό, ούτε να σε κάνει από τη μια στιγμή στην άλλη καινούριο. Δε θα χρειαστεί να αναπτύξει θεωρίες και φιλοσοφικά συστήματα.

Αυτός ο κόσμος θα σε νικήσει με τη διαστρέβλωση και την αβεβαιότητα.

Θα σε κάνει αβέβαιο για ό,τι καλό κάνεις, θα σε βάλει να αμφισβητήσεις τις προθέσεις σου. Θα σου πει ότι ο έρωτας ίσως είναι τεχνική και η αγάπη απάτη. Θα στρεβλώσει την πίστη να την κάνει κενή θρησκεία και την ιερότητα εξουσία. Την ταπεινοφροσύνη θα την πει ίσως ηλιθιότητα, τη μικρότητα ίσως εξυπνάδα, και τη δοτικότητα ένα είδος θυσίας.


Θα σου πει ότι η ομορφιά είναι αντικειμενική και μπορεί να αναπαρασταθεί σε 2 ή 3 διαστάσεις. Θα σε βεβαιώσει ότι η επιστήμη είναι βέβαια και ότι δεν υπάρχει τίποτε πέρα από αυτά που μετρώνται. Θα σε πείσει πως μόνο οι θετικές επιστήμες έχουν νόημα, γιατί μόνο αυτές είναι χρήσιμες. Θα κάνει την πολιτική να γίνει εκπροσώπηση και τη δράση να σταθεί ως αέναος σχεδιασμός.

Θα μιλήσει για ισότητα, εκεί που θα σε ακούσει να μιλάς για μοναδικότητα. Θα μιλήσει για δικαιώματα όποτε αναφερθείς σε αγάπη. Θα βάλει την ελεημοσύνη μπροστά στη μοιρασιά και την εξάλειψη της φτώχειας μπροστά στην εξάλειψη του πλούτου. Θα σου μιλήσει για αειφορία και ανάπτυξη χωρίς τον άνθρωπο. Θα εκθειάσει την παραγωγή χωρίς απώτερο σκοπό, την απόλαυση χωρίς όρια, τις εύκολες λύσεις χωρίς προσπάθεια, την προσφορά χωρίς αυτοπροσφορά, την εξασφάλιση χωρίς πίστη. Θα σε πείσει για τον τύπο χωρίς την ουσία, για Θεό χωρίς εμπειρία, για μουσική χωρίς βίωμα, για ποίηση χωρίς ψυχή, για ζωγραφική χωρίς πάθος.

Ο κόσμος θα σε νικήσει με τη φτώχεια.

Θα βγάλει τα γέλια και την τρυφερότητα από τον έρωτά σου. Θα σε πείσει ότι ο ήλιος είναι μόνο ένα σύνολο από εκρήξεις, ο ουρανός ένα παιγνίδι του φωτός (και της απουσίας του) και τα αστέρια ένα ψέμα από το παρελθόν. Θα σου εγγυηθεί ότι η αγάπη είναι ορμόνες και η τρυφερότητα προς τα παιδιά μία στεγνή διαδικασία της φύσης για να υπάρχουν επόμενες γενιές. Θα χαρακτηρίσει τη ντομάτα και το λάδι κοινά και θα αναδείξει ως σημαντικό κάθε προϊόν που δε γεννήθηκε κοντά σου. Με τον ίδιο τρόπο θα υποδείξει ως όμορφο ό,τι δεν σου έχει δοθεί και άχαρο ό,τι μπορείς να αγγίξεις. Θα σε πείσει ότι οι στιγμές που περνάς με τους αγαπημένους σου είναι ρουτίνα, και ότι τα πράγματα που δεν κάνεις είναι αυτά που είναι εσύ.

Και κάθε μέρα θα νιώθεις πιο φτωχός, γιατί όλα τα πλούτη που σου δόθηκαν στο μυαλό σου, στην καρδιά σου και στο άγγιγμά σου θα πειστείς ότι είναι σκουπίδια.

Ο κόσμος θα σε νικήσει με τις ειρωνείες.

Θα μαλώνεις και θα βρίζεις σε συζητήσεις για την παγκόσμια ειρήνη. Θα οργίζεσαι και δε θα αντέχεις τον πατέρα και τη μητέρα σου, επειδή έχουν χάσει την οξυδέρκειά τους και θυμίζουν μικρά παιδιά. Θα βρίζεις τον καπιταλισμό και τους εκφραστές του, την ίδια στιγμή που θα αφιερώνεις τις ώρες σου για να γίνεις ο αναγνωρισμένα καλύτερος στη δουλειά σου. Θα κατηγορείς τους άλλους ως αμαρτωλούς, διδάσκοντας το πόση σημασία έχει η συγχώρηση. Θα μιλάς για ενεργό πολιτική από την καφετέρια. Θα μιλάς για το πώς έχει εκφυλιστεί η αντίληψη για την ομορφιά, την ίδια στιγμή που θα φτιάχνεις με σπουδή τις ατέλειες του εαυτού σου στον καθρέφτη.

Για όλα τα παραπάνω, νομίζω, λίγα πράγματα πρέπει να θυμάσαι.

Το πρώτο ότι δεν αρκεί να μένεις σταθερός στη θέση σου: η φθορά θα σε νικήσει.  Πρέπει να βαδίζεις μπροστά, όπως μπορείς, χωρίς βιάση ή προσδοκία, χωρίς ηρωισμό ή αυτοθυσία.  Απλά να βαδίζεις μπροστά.

Το δεύτερο ότι δεν μπορείς να γίνεις πλούσιος: η φτώχεια θα σε νικήσει. Τον πλούτο μπορείς να τον καταλάβεις, ανοίγοντας τα μάτια σου και θυμόμενος ότι μόνο ο χρόνος ξοδεύεται ή επενδύεται ανεπιστρεπτί. Πλούτος είναι και η μυρωδιά του σπιτιού, οι παράξενοι φίλοι, το μισοκαμμένο φαγητό, ένα ανήψι που κάνει φασαρία, μία κουραστική μέρα και μία ανήσυχη νύχτα, η ανάσα της γυναίκας σου, ένα χαζό αστείο, το παιγνίδισμα των ακτίνων του ήλιου, μία βροχερή ημέρα, το ποτήρι του πατέρα σου στο νεροχύτη, τα γέλια των παιδιών κάτω από το μπαλκόνι, η μονότονη φωνή παλιατζή, η αμηχανία μπροστά σε κοινό, μία φέτα φρέσκο ψωμί. Πλούτος είναι η αγάπη.

Το τρίτο ότι η πράξη προδίδει συχνά την πρόθεση: οι ειρωνείες σε κυνηγούν κάθε στιγμή. Ξεκίνα από αυτό που θεωρείς πιο "μικρό", και δράσε σα να είναι μεγάλο ή δύσκολο. Αν τα καταφέρεις, και μόνο τότε, απόλαυσε το βήμα σου και ξεκίνα για το επόμενο. Μην περιμένεις μπράβο. Η πράξη δικαιώνει και δικαιώνεται από μόνη της, όταν την κάνεις με αγάπη, σύνεση και ταπεινότητα. Η πράξη μπορεί να είναι η δικαίωση.

Το τελευταίο που πρέπει να θυμάσαι είναι ότι ο κόσμος είσαι εσύ.

Αγρύπνα. Σε χρειαζόμαστε.

14 Μαΐ 2016

Δεν έχει σημασία

Σημασία δεν έχει να τραγουδάς σε κοινό. Σημασία έχει να τραγουδάς. Να τραγουδάς στο σκοτάδι, στο κελί, στη μοναξιά, στην απόγνωση, στην αδικία, στην πίκρα, στην προδοσία, στο ξημέρωμα και το δειλινό. Να τραγουδάς για να μη γεράσουν τα τραγούδια, για να μη γεράσουν οι ψυχές, για να μην ξεχάσουν οι άνθρωποι και να μη νικήσουν οι μηχανές. Σημασία έχει να τραγουδάς για να γεννήσει μουσική η καρδιά σου, για να γεννήσει η μουσική όνειρα και τα όνειρα ελπίδα. Να γεννήσει η ελπίδα αύριο και το αύριο προσπάθεια και η προσπάθεια χαρά και έρωτα.

Σημασία δεν έχει να ξέρεις να χορεύεις καλά. Σημασία έχει να μη σταματάς να χορεύεις. Να πιάνεις χέρια διπλανά και να στηρίζεις το διπλανό να αναδείξει το χορό, κι ας μη θυμούνται εσένα. Να χάνεις τα βήματα και να τα ξαναβρίσκεις παρακολουθώντας τους διπλανούς. Να δουλεύουν τα σώματα σε αρμονία και ρυθμό, να γίνεται το κέφι έκσταση, γιατί η έκσταση μπορεί να μας κάνει για λίγο αληθινά να δούμε τον εαυτό μας έξω από το γυαλί του εγωισμού. Σημασία έχει να χορεύεις όταν οι άλλοι σταματούν, όταν τα πόδια σου σε πονάνε και οι μουσικοί νιώθουν ότι σε λίγο δε θα έχουν για ποιον να παίζουν τη μουσική τους, όταν η μουσική είναι σαν να έχει χάσει κάτι από τη μαγεία της και είναι ο χορός σου το τελευταίο αποδεικτικό της αξίας της.

Σημασία δεν έχει να μιλάς για να νικήσεις. Σημασία έχει να μιλάς όταν το ξέρεις ότι υπάρχουν ψύγματα αλήθειας στα λόγια σου. Να μιλάς όταν αυτά που θα πεις μπορούν να ανοίξουν κλειστά αυτιά. Να μιλάς όταν κανείς άλλος δε μιλά και θα έπρεπε. Να μιλάς και με τη σιωπή σου και με την πράξη σου. Με την παρρησία σου και με το πάθος σου. Με τον πόνο και τη χαρά σου. Να μιλάς σιωπηλά για να ακουστείς πάνω από το θόρυβο.

Σημασία δεν έχει να ζωγραφίζεις καλά. Σημασία έχει να ζωγραφίζεις. Να ζωγραφίζεις τα τοπία που είδες και δεν ξέχασες, αυτά που δεν είδες και θα το ήθελες και αυτά που δεν μπορείς να ξεχάσεις. Να ζωγραφίζεις ανθρώπους που πέρασαν και έφυγαν, που δεν έχουν έλθει ακόμη και τους χρειάζεσαι και άλλους που μπήκαν σε πρώτο πλάνο και στον καμβά θα περάσουν στο φόντο. Να ζωγραφίζεις αυτά που δε χωράνε μέσα σου. Να ζωγραφίζεις αυτά που θα ήθελες να δουν και άλλοι, όπως τα μάτια σου τα είδαν και η μνήμη σου τα ομόρφυνε. Να ζωγραφίζεις για να έχουν τα χρώματα ουσία και ψυχή και για να χάσουν οι υπογραφές πάνω στα έργα την αξία τους.

Σημασία δεν έχει να γράφεις όμορφα. Σημασία έχει να γράφεις αυτά που αξίζουν τα μείνουν. Αυτά που κρύφτηκαν και ξεθώριασαν. Αυτά που τα λόγια δεν αρκούν να τα κρατήσουν και στη μνήμη δε χωράνε εύκολα. Να γράφεις, όταν το φως θα είναι λιγοστό και θα ξεχνάς κι εσύ ο ίδιος γιατί έγραφες. Να γράφεις για να μοιραστείς, να υμνήσεις, να διορθώσεις, να ενδυναμώσεις τα όμορφα και να αποδυναμώσεις τα άσκημα. Να γράφεις για να φυτευτεί ένας σπόρος στις καρδιές, να γεννηθεί ένα αστέρι, για να πορευτεί ένας άνθρωπος, για να αλλάξει ένα έθνος, για να ξαναγεννηθεί ένας κόσμος.

Και όταν τα κάνεις αυτά, το τι πιστεύουν οι άλλοι δεν έχει σημασία.

26 Μαρ 2016

Βάστα

Αγάντα, ψυχή μου, γιατί οι καιροί είναι σκοτεινοί και δεν είσαι μαθημένη στα σκοτάδια. Είσαι από αυτούς που μεγάλωσαν σε ευήλια και ευάερα μέρη και τα θυμάσαι. Είσαι καλομαθημένη και δεν ξέρεις αν θα αντέξεις.

Βάστα καλά, γιατί εσύ έχεις σπίτι να ζεσταίνεις το κορμί που πότε σε δένει και πότε σε ελευθερώνει. Δεν είσαι από τους άμοιρους που το σπιτικό τους έγινε παρανάλωμα και το κορμί τους ξοδεύτηκε για την επιβίωση. Δεν έχεις δοκιμαστεί στο σίδερο και τη φωτιά, στην απώλεια και την απελπισία, στην εχθρικότητα και τη μοναξιά.

Αγάντα ψυχή μου, γιατί μπορείς να βλέπεις λουλούδια στο μπαλκόνι σου και να μυρίζεις τη μυρωδιά του έρωτα στην αγαπημένη σου και στα άνθη από τις νερατζιές. Να χαϊδεύεις με τα χέρια σου πρόσωπα αγαπημένα, και να φιλούν τα χείλη σου πρόσωπα δικών σου. Είσαι αδύναμη και φοβισμένη, γιατί δεν ξέρεις πώς θα νιώθεις όταν για μαξιλάρι σου θα έχεις λάσπες και η θάλασσα θα είναι η κούνια που λικνίζει τα παιδιά σου.

Βάστα, κακόμοιρη καρδιά, που φοβάσαι όλα αυτά που θα μπορούσαν να σου συμβούν. Γιατί, άμαθη καθώς είσαι και τρέμεις, δε λογίζεσαι ότι αυτά που εσύ σήμερα τα άκουσες, σήμερα τα φοβήθηκες και αύριο ίσως, ίσως λέω, τα συναντήσεις, τα ζήσαν ίδια και χειρότερα και οι πρόγονοι σου και οι αδελφοί σου σε όλη τη γη, όλα αυτά τα χρόνια που εσύ καθόσουν και λικνιζόσουν στην καρέκλα σου.

Αγάντα, ψυχή μου, να σταθείς στα πόδια σου. Δε φτιάχτηκες για να χωράς τα κακά όλου του κόσμου, δεν το μπορείς να συλλογιέσαι πως οι άνθρωποι φέρονται έτσι σε ανθρώπους. Αγάπη μάνας σε μεγάλωσε και πατρική αγάπη, και όχι μαχαίρι και εκβιασμός και μονόδρομος και αίμα. Και σου φέρνουνε τον τρόμο όλου του κόσμου στο σπίτι σου, μέσα από μαρτυρίες και άρρωστες εικόνες, λες και δεν έφτανε ο πόνος και η πίκρα που ζεις στη γειτονιά σου. Λες και δεν υπάρχει εκεί έργο να κάνεις και πρέπει να κουβαλήσεις όλη την ανθρωπότητα στους άμαθους ώμους σου.

Και λογισμέ μου εσύ, σύμβουλε καλέ, μην ξεγελιέσαι από εικόνες και ακούσματα και συζητήσεις. Χρόνια πολλά το ξέρεις ότι η ανθρωπότητα αιματοκυλιέται, κι ας μη μύριζε τότε αίμα η δική σου γειτονιά. Οι πρόσφυγες δεν είναι πρόσφυγες μίας πατρίδας: είναι πρόσφυγες κάθε πατρίδας. Τα παιδιά τους και οι πόνοι τους είναι οι δικοί σου πόνοι, ανθρωπινά πριν την πολιτική, στοργικά πριν την κριτική, με σοφία πριν τη δράση.

Και μην ξεχνάς, λογισμέ, τι υπήρξες και τι έκανες. Μη γελιέσαι πως είσαι καλύτερος ή από αρχοντική γενιά, γιατί η γενιά ήταν ένα ζάρι που έπεσε, και η καλοσύνη δεν είναι ταμπέλα που τη φοράς: είναι αγώνας καθημερινός και συνεχής. Και μην το ξεχνάς ότι η άνοιξη μύριζε όμορφα ακόμη και για εσένα, όλες εκείνες τις ημέρες που αδίκησες και ασέλγησες και πρόδοσες και κακοχαρακτήρισες εις βάρος αδελφών σου. Δεν έκλεισε ο Θεός τα σύνορα της φύσης για να σε αφήσει απέξω εκείνες τις ημέρες, κι ας ήσουν ακατάλληλος να μπεις.

Αγάντα, ψυχή μου. Γιατί σου δόθηκε εσύ να ζεις ακόμη σε ειρήνη, κι ας είναι όλα συννεφιασμένα και ζοφερά. Ακόμη έχει φως στην πόρτα σου - και ίσως πάντα να έχει φως. Βάστα γερά, γιατί αν εσύ πέσεις, πώς θα κρατήσεις όλους αυτούς που γύρω σου γερνούν, που αποκάμουν και γονατίζουνε πριν της ώρας τους. Μη ζητάς ηρωικούς σταυρούς και ένδοξες μάχες: μπορεί να μην τις αντέχεις. Απλά, σιωπηλά, και με την αγάπη εκείνη την άδολη, την ειλικρινή, που δεν τις ξέρει τις συζητήσεις και δεν καταλαβαίνει τους νόμους και τις συμφωνίες, στάσου ραβδί σε όσους περπατούν το δικό τους Γολγοθά.


Βάστα,Ψυχή! Σε φέρανε εδώ οι αέρηδες των αιώνων, στο λημέρι που είναι ολότελα δικό σου: στο Σήμερα. Βάστα! Γιατί είναι ο χρόνος μας πάντα λειψός. Και πώς θα το αντέξεις να σταθείς μπροστά στον καθρέφτη σου ή στο Θεό σου φεύγοντας, όταν σε ρωτήσει η ίδια σου η ύπαρξη "Πώς έζησες;".
Τι θα της πεις; Θα πεις "Με αγάπη"; Θα σταθείς με περηφάνια; Το μπορείς; Μπορείς να πάρεις το βλέμμα από τη Γη σου, που σφαδάζει και πνίγεται από το αίμα αθώων, χιλιάδες χρόνια τώρα, και να πεις "τη γλίτωσα και μου είναι αρκετό";

Αγάντα, ψυχή μου. Δε σε ψέγω που είσαι αδύναμη. Δε σε κατηγορώ που δεν αντέχεις. Δε σε φθονώ που ζεις σε τέτοιους χρόνους. Μα αν το θέλεις να μην κρύβεσαι για πάντα στο ημίφως, άναψε φως. Με τα δικά σου χέρια πρώτα. Με την πράξη.