22 Οκτ 2023

Ψηφίδα

Πόσο το επιθυμώ να γίνω μια ψηφίδα στο μωσαϊκό του κόσμου. Στα χέρια του Μεγάλου Καλλιτέχνη να λαξευτώ μέρα τη μέρα της ζωής μου για να χωρέσω, να συγχωρέσω στον κοινό μας τόπο με τις άλλες ψηφίδες, την κοινή μας θέση στο μωσαϊκό του χρόνου. Να καταλάβω πώς όλοι οι προηγούμενοι, μα όλοι, παίζουν το ρόλο τους -στο σήμερα- και επηρεάζουν τις ευκαιρίες μου και τους περιορισμούς μου, πώς οι πιο κοντινοί φαίνεται να διεκδικούν το δικό τους χώρο δίπλα μου, πάνω μου, άλλοτε προσεκτικά και με διάκριση και άλλοτε άγαρμπα και επιθετικά. 

Πόσο το επιθυμώ να γίνω μια ταιριαστή ψηφίδα στο μωσαϊκό του κόσμου. Να τρίβονται οι ατέλειές μου στις ατέλειες του κοντινού, του ευρισκόμενου πλησίον, να μάθω τους τρόπους του, τις χαρές και τις λύπες, τις επιδιώξεις και τους φόβους του. Οι επιφάνειές μας να λαμποκοπήσουν στην τριβή της συνύπαρξης και να αντανακλούμε, σαν από πάντα συνταιριασμένοι, παραλλαγές της ίδια λάμψης, αλλά με το δικό μας, μοναδικό σχήμα και χρώμα. 

Πόσο το φοβούμαι να γίνω μια ψηφίδα στο μωσαϊκό του κόσμου. Πόσο τα μέσα μου αλυχτούν μόλις σκεφτώ ότι μπορεί να είμαι ακριβώς εξίσου σημαντικός με όλους τους άλλους: ούτε λιγότερο, ούτε παραπάνω. Πόσο τη νιώθω αυτή την άγρια ορμή να ξεχωρίσω, να μην υποταχτώ σε αυτό το σχήμα, να σπρώξω και να ουρλιάξω, να διώξω τους διπλανούς, να κερδίσω το δικό μου, κατάδικό μου χώρο της κορυφής, πάνω από τους άλλους. Πόσο ένας σκοτεινός θυμός θέλει να σπάσει το μωσαϊκό, την κοινή μοίρα, την ιστορία και την κοινή πορεία. Πόσο θα ήθελα να είμαι μεγαλύτερος από τον εαυτό μου... και πόσο αμείλικτα το ξέρω ότι αυτό σημαίνει να μικρύνω και να περιχωρήσω γλυκά, γιατί ακόμη και το το να ξεχωρίσεις πάντα αναφέρεται στους άλλους.

Πόσο βαθύτερα το επιθυμώ να νιώσω τους αρμούς με τις ψηφίδες δίπλα μου, σιγά σιγά, να μας δένουν στην ελευθερία της συνύπαρξης. Πόσο πολύ το θέλω η θέση μου, όταν το θεϊκό υλικό που μας συνδέει στεγνώσει γύρω μου, να είναι αυτή που θα επιτρέψει σε όλους τους επόμενους να χωρέσουν πιο απλά, πιο ξεκούραστα, πιο εύκολα στον κοινό χώρο. Πόσο φαντάζομαι οι προηγούμενες ψηφίδες να κοιτούν με κρυφή περηφάνια την άρρηκτη γραμμή που μας συνδέει.  Πόσο ονειρεύομαι να ζωγραφίσουμε μαζί την πιο όμορφη εικόνα, βαθιά ανθρώπινη, με γλύκα και παλμό παθιασμένο, στο ατάραχο πλαίσιο της ιστορίας.

Πόσο το τρέμω μήπως γίνω μια ψηφίδα αταίριαστη και πικρή, μια ατέλεια σε ένα τέλειο σχήμα. Πόσο φοβούμαι ο Καλλιτέχνης πως δε θα ασχοληθεί μαζί μου ή πως θα με πετάξει παραπέρα, έξω από την ομορφιά και τη συνάφεια.

Πόσο γελώ με τον εαυτό μου (και κρυφά θαυμάζω), που φαίνεται πως μέσα μου κάτι έχω από τον Μεγάλο Καλλιτέχνη: μια αγάπη που μου δίνει μάτια με τη βαθιά ανάγκη και επιθυμία, την ανέλπιστη δύναμη να αντικρύσουν το μωσαϊκό. Και πώς στις πιο μεγάλες μου στιγμές το καταφέρνω -ως δώρο, ως χάρη- σε μια τοσοδούλα, ολοταίριαστη ψηφίδα, να έχω τη χαρά να δω τον ίδιο τον Μεγάλο Καλλιτέχνη να περιχωρά και να στριμώχνεται, με ένα χαμόγελο αγαλλίασης, μέσα στη θάλασσα την ατέλειωτη των πολύχρωμων ψηφίδων...


20 Ιουν 2023

Όνομα

Γιατί να έχω όνομα; Τι κρύβει πίσω του, μέσα του, στα σπλάχνα του; Γιατί το χρειάζομαι, το χειρίζομαι, το επικαλούμαι, το μισώ και τ' αγαπώ. Γιατί το κάνω τατουάζ και προσπαθώ να το σβήσω; Τι μνήμες συνθέτει και αναπαράγει, τι λησμονιές ζητά, τι όνειρα γεννά και διαψεύδει; Γιατί το γιορτάζαμε και τώρα το παραβλέπουμε; Γιατί κληρονομείται ή γίνεται προϊόν συναλλαγής, γιατί υποβαθμίζεται σε φίρμα ή ρεκλάμα; Γιατί, γιατί, γιατί;...

Το όνομα περιβάλλει το πιο πυκνό, το πιο μεστό νόημα, το πρόσωπο: το πρόσωπο πίσω από την εμφάνιση, το πρόσωπο που ορίζει μια προσωπική σχέση, μια προσωπική ιστορία, μια προσωπική εμπειρία, μια προσωπική τραγωδία και μια προσωπική ευτυχία, ένα πλήθος μοναδικών προσωπικών στιγμών. Πού είναι το πρόσωπο, ποιος το θυμάται στις συζητήσεις, ποιος το γυροφέρνει για να καταφέρει να το αρθρώσει, να το ψηλαφίσει νοητικά, σωματικά, εν τέλει ολόψυχα; Γιατί δεν το αναζητούμε; Γιατί;

Μας λείπει το πρόσωπο. Το κρύβουμε πίσω από σημαίες και χρώματα, από βίαιη, πικραμένη ντροπή που την βάψαμε για να φαίνεται υπερηφάνεια. Το κρύβουμε πίσω από ομάδες και κατηγορίες, πίσω από ταμπέλες και πλακάτ. Το θάβουμε κάτω από κόμματα και ιδεολογήματα, από διαστρωματώσεις και δημογραφικά στοιχεία. Το πρόσωπο το θολώνουμε πίσω από την έννοια του μέσου ανθρώπου, της μέσης και προσδοκώμενης συμπεριφοράς και δράσης, της αναμενόμενης γνώμης, της εκτιμώμενης αντίδρασης, της κοινής γνώμης. Το ανάγουμε σε ήρωα ή προδότη, σε αξιομίμητο ή αξιοθρήνητο. Το εκθειάζουμε και το βιάζουμε δημοσίως.

Μα το πρόσωπο δε νικιέται: αναλάμπει περήφανα τις στιγμές που προσπαθεί να κρυφτεί περισσότερο, εκεί που ανεπαισθήτως περιγράφεται ακούσια στην απλότητά του. Όχι τη φτωχή απλότητα, αλλά αυτήν την άφθονη, την ανοιχτή, την πλήρη και αξόδευτα μοιραζόμενη και πολλαπλασιαζόμενη. Εκεί που γδύνεται από τα φτιασίδια του, εκδύεται τις κοινωνικές προσδοκίες και στρεβλώσεις και κοιτά τα άλλα πρόσωπα στα μάτια, αυτά τα βαθιά μάτια της ψυχής, τα μόνα που βλέπουν.

Το πρόσωπο είναι το ζητούμενο στην εναγώνια αναζήτηση του ανθρώπου για νόημα, γιατί εξ' ορισμού στρέφεται προς σχέση, παίρνει θέση απέναντι στα πράγματα και κοιτά προς ένα ζητούμενο, ένα μέλλον ή ένα όνειρο. Το πρόσωπο είναι το μέλος της αγαπητικής σχέσης που το αναδεικνύει ως πρόσωπο, της αγαπητικής εναγώνιας πορείας για σύνδεση, για περιχώρηση για κοινωνία και συν-ουσία.

Να γιατί ένα όνομα ποτέ δεν μπορεί να καθορίσει έναν άνθρωπο, αν και μπορεί να τον χωρέσει: γιατί το σημαίνον δεν μπορεί να είναι το σημαινόμενο, μπορεί μόνο να το σκιαγραφήσει, να το επικοινωνήσει αφαιρετικά με την ελπίδα η εμπειρία να δωρίσει την έκπληξη και την έκρηξη της αληθινής και βαθειάς γνωριμίας. 

Να το τιμάς το όνομα και να του επιτρέπεις να αντικατοπτρίζει το τιμώμενο πρόσωπο, αυτό το μοναδικό, άξιο σχέσης και τιμής θαύμα που είσαι εσύ.

Χρόνια πολλά, Αλίνα Θεοδώρα. Χρόνια πολλά, Μαρία. Χρόνια πολλά αγαπημένοι μου.

Ευχαριστώ που κι εσύ είσαι πρόσωπο, Θεέ μου, γιατί έτσι μόνο μου επέτρεψες να ελπίζω πως κάποτε θα σε αντικρύσω.

13 Μαρ 2023

Επιστροφή

Σε βλέπω καθαρά. Μη νομίζεις ότι κι όταν κρύβεσαι δε σε οσμίζομαι, έτσι όπως κρυμμένος πίσω από την ευωδιά και τα αρώματα ζέχνεις σήψη και υποκρισία. Ναι, τι νόμιζες, δεν έχει μυρωδιά η υποκρισία; Πίστευες στ' αλήθεια πως θα καταφέρεις να συγκαλύψεις τη φαυλότητα με μέικ-απ, ή τη φτώχεια με στολίδια και λάιφ-στάιλ; Στα μύχια της ψυχής σου ένιωσες ότι στα αλήθεια ότι θα με ξεγελάσεις;

Θλιμμένε, τιποτένιε, μικρέ άνθρωπε...

Εγώ θα φυτέψω στα σπλάχνα της κοινωνίας σου τους λεύτερους, μακριά από τις εικόνες και τις λάμψεις. Θα φυτέψω αυτούς που αγαπούν. Αυτοί θα σε στηρίζουν, δεκανίκια στον ανήμπορο ανήφορό σου. Κάθε μέρα θα φοράς φανταχτερά ρούχα, θα βάφεσαι και θα φτιασιδώνεσαι, θα πετάς σεντόνια στο νου σου να ημερέψει, θα βάζεις ένα είδωλο στον καθρέφτη να μην αντανακλαστείς όπως στ' αλήθεια είσαι. Μα μέσα από όλα θα γυρίζεις στα δεκανίκια, γιατί μόνο με αυτά θα μπορείς να πας ψηλά, όλα τα άλλα θα είναι ανεπαρκή και ψεύτικα.

Εγώ θα φυτέψω στα μύχιά σου τους καλλιτέχνες, αυτούς που σφαδάζουν και λαμποκοπούν στα σκοτάδια για σένα. Θα τους παραχώσω στο χώμα που σε θρέφει, βολβούς, σα σε νάρκη χειμερία, για να σου δώσουν άνοιξη όταν έρθει η ώρα τους. Θα τους τσεκουρώνεις, μα στ' αληθινά η ανήμπορη φαυλότητά σου μόνο θα τους κλαδεύει, θα τους ετοιμάζει να μπουμπουκιάσουν, να ανθίσουν εκεί στο πρώτο ζεστό φως.

Θα σου σκορπίσω δίπλα στις ρίζες σου διανοητές, αληθινούς, ταπεινούς και καλοκρυμμένους στα γραμμένα, και στα ειπωμένα, για να σου μιλούν για τα άγραφα, τα ανείπωτα, να διψάς. Θα σκιαγραφούν τα ολοκάθαρα που επίμονα αποφεύγεις, για να θυμάσαι τι έχασες, τι πληγώνεις, τι σπρώχνεις μακριά, τι δεν αντέχεις. Κάθε σκέψη σου, χαμένη σε έναν κυκεώνα ανούσιας περιπλάνησης, ανούσιας πλάνης, θα ψάχνει τις αλήθειες πίσω από τα λόγια τους, αλλά μάταια. Γιατί η σκληράδα σου δεν ευνοεί το σπόρο τους να ανθίσει στο δικό σου χώμα. 

Θα βάλω τους απλούς να σιωπήσουν δίπλα σου, σε κάθε γωνιά του οικοδομήματος που ζεις. Όπου στρέψεις την φλύαρη, αληθοφανή σου ασάφεια, αυτή θα στέκει ανήμπορη μπροστά στην ολοκάθαρη, ατόφια απλότητα. Κάθε μηχανή και παγίδα θα αναλωθεί σαν να πασχίζει να πιάσει τον άνεμο. Θα ηττηθείς κατά κράτος, κατ' ουσίαν, κατά συρροή, καθ' υπέρβαση αυτού που μπορείς να καταλάβεις. Οι λόγοι σου θα είναι παράλογοι, οι εκφράσεις ανεπαρκείς, τα επιχειρήματα αποτυχημένα. Η σιωπή, η σιωπή... αχ, η σιωπή...

Σε βλέπω ακόμη. Κατάματα, κι ας με αποφεύγεις. Νομίζεις ότι ρίχνοντας χώμα πάνω στη στάχτη θα πνίξεις τη φλόγα; Νομίζεις αλήθεια πως ό,τι καίει μέσα μου, μέσα σου, μέσα μας θα σβήσει με χώμα. Θυμάσαι πώς οι νεκροί γεννήσαν τις επαναστάσεις; Θυμάσαι πώς οι απόντες είναι αξέχαστοι; Νιώθεις το κενό που αντηχεί αμείλικτο όσο και αν το περιβάλλεις με κτίσματα, αντηχεί στο πρώτο χτύπημα, στον πρώτο σεισμό, στο πρώτο ρήγμα;

Θα αφήσω, λοιπόν, εκεί στην άκρη του φόβου σου, στον τρόμο της μοναξιάς, της απώλειας και του θανάτου, εκεί ακριβώς θα χαράξω ανεξίτηλα μια υπόσχεση που θα τρέμεις περισσότερο από όλα. Εκεί, σαν ωρολογιακή βόμβα που θα γκρεμίσει όλες σου τις κατασκευές, όλες τις σκέψεις, όλες τις εικασίες και τις βεβαιότητες, εκεί θα αποτυπώσω τη μεγαλύτερη αλήθεια, αχώρετη και ακατανόητη, Εκεί, στην ανείπωτη, τελευταία στιγμή, θα κρύψω πέρα από φτιασίδια και ασχήμιες, πέρα από ψέματα και υποκρισίες, πέρα από απωθήσεις και αποφυγές, πέρα από εντυπώσεις και είδωλα, ένα επέκεινα που θα σε αγκαλιάζει.

Στη πιο μεγάλη σου φρίκη και το πιο μεγάλο Ανεπίστρεπτο θα κρύψω, αμείλικτα, μια ολόλαμπρη, ολοπόθητη, τρομακτική και ολάνθιστη, μία Ανάσταση, μία Αγάπη και ένα Είναι. Θα κρύψω ολόγλυκα μια άνευ όρων Επιστροφή.